Οι Βλάχοι (Αρμ’νλοι) της Αν. Μακεδονίας έλκουν την καταγωγή τους από όλο τον μητροπολιτικό χώρο – κοιτίδα των βλάχικων πληθυσμών, τα όρια του οποίου συμπίπτουν με τα όρια του ευρύτερου Ελλαδικού χώρου. Ο χώρος αυτός καθορίζεται από την οροσειρά της Πίνδου, τον ορεινό όγκο του Γράμμου και την περιοχή γύρω και κάτω από την Μοσχόπολη. Θα πρέπει όμως να προϋπήρχαν μικροί θύλακες Βλάχων, κυρίως στον ορεινό χώρο του Όρβηλου αφού και σήμερα ακόμη έντονη είναι η πεποίθηση ότι «εμείς οι Βλάχοι πάμε εκεί που έχει δικούς μας».Την παλαιότερη αυτή ύπαρξη υποστηρίζουν και ερευνητές που μιλούν για εκσλαβισμό Βλάχων της Περιοχής Υπάρχει επίσης η αναφορά από τον Βυζαντινό χρονογράφο Ι.Σκυλίτση και κατόπιν από τον Γ. Δενρινό στα 1014 για το τοπωνύμιο «Κίμβα(ς) Λόγγος» στην τοποθεσία κλειδί της Κρέσνας κατά την εξιστόρηση των μαχών του Βασιλείου Β΄ με τον Σαμουήλ .
Η ονομασία αυτή προέρχεται από το Λατινικό campus longus ( αγρός μακρύς ) ή λούγκου κ’μπου στα Βλάχικα.
Κύριες αιτίες για την μετανάστευση των Βλάχων από τις κοιτίδες τους ήταν:
α) ο υπερπληθυσμός και η στενότητα του χώρου (βοσκοτόπια).
β) η σταδιακή απώλεια αρματολικιών και η ζηλοφθονία για τον πλούτο τους από τους εξισλαμισθέντες Αλβανούς.
γ) η απώλεια των προνομίων της Βαλιντέ Σουλτάνας και οι διώξεις κατά τους χρόνους του Αλή Πασά
δ) η αντιπαλότητα του Ισμαήλ μπέη των Σερρών με τον Αλή Πασά και η ευνοϊκή του μεταχείριση προς τους νεοαφιχθέντες
ε) η αποτυχία επαναστατικών κινημάτων στα οποία συμμετείχαν ενεργά όπως του Διονύσιου του Οικονόμου (Μητροπολίτου Τρίκκης και Σταγών) στις αρχές του 17ου αιώνα , τα Ορλοφικά (1770) , η επανάσταση του 1821 και τα μετεπαναστατικά κινήματα του 1854 και 1865 στη Θεσσαλία , Δυτική Μακεδονία και Ήπειρο .
Έτσι στον χώρο της Αν. Μακεδονίας εγκαταστάθηκαν κυρίως Βλάχοι Αβδελιάτες από την Αβδέλλα Γρεβενών, Γραμμουστιάνοι από την Γράμμουστα Ν. Καστοριάς, Μοσχοπολιάνοι από την Μοσχόπολη Β. Ηπείρου, Μότσιανοι από την περιοχή του Ασπροποτάμου Τρικάλων, Νεβεστιάνοι από το Νυμφαίο Φλώρινας, Μπαϊσιώτες από την Βωβούσα και άλλα Βλαχοζαγοροχώρια των Ιωαννίνων, Μπλατσιώτες από την Βλάστη Κοζάνης, Ντενισκιώτες από την Αετομηλίτσα Γράμμου, Σαμαριναίοι, Μετσοβιάνοι από Μέτσοβο και Μαλακάσι, καθώς επίσης Κοκκινοπλίτες και Λιβαδιώτες από τον Όλυμπο.
Από τους παραπάνω οι Μοσχοπολιάνοι, Νεβεστιάνοι και Μπλατσιώτες ήδη από το δεύτερο μισό του 18ου αιώνα εγκαθίστανται και ιδρύουν μεγάλους εμπορικούς οίκους σε στρατηγικά σημεία – περάσματα της Αν. Μακεδονίας, όπως: Άνω Πορόϊα, Σέρρες, Προσωτσάνη, Δράμα, Καβάλα, Νιγρίτα και Πράβι.
Με την πάροδο του χρόνου γίνονται πυρήνας της αστικής τάξης και χάνουν τα πολιτισμικά χαρακτηριστικά τους.
Στα Σέρρας ιδρύουν σπουδαίους εμπορικούς οίκους οι αφοι Τζαρτζούλη από το Μέτσοβο , οι οικογένειες Σίνα από Μοσχόπολη , Δούμπα από Μπλάτσι , Κασομούλη από Πισοδέρι όπως και άλλοι .
Εξάγουν αγροτικά προϊόντα , κυρίως βαμβάκι και καπνό , προς τις Χώρες της Κεντρικής Ευρώπης και πολλοί από αυτούς εγκαθίστανται σ’ αυτές .
Οι Μπαϊσιώτες φτάνουν στην περιοχή σε δύο κύματα :
Κύριες αιτίες για την μετανάστευση των Βλάχων από τις κοιτίδες τους ήταν:
α) ο υπερπληθυσμός και η στενότητα του χώρου (βοσκοτόπια).
β) η σταδιακή απώλεια αρματολικιών και η ζηλοφθονία για τον πλούτο τους από τους εξισλαμισθέντες Αλβανούς.
γ) η απώλεια των προνομίων της Βαλιντέ Σουλτάνας και οι διώξεις κατά τους χρόνους του Αλή Πασά
δ) η αντιπαλότητα του Ισμαήλ μπέη των Σερρών με τον Αλή Πασά και η ευνοϊκή του μεταχείριση προς τους νεοαφιχθέντες
ε) η αποτυχία επαναστατικών κινημάτων στα οποία συμμετείχαν ενεργά όπως του Διονύσιου του Οικονόμου (Μητροπολίτου Τρίκκης και Σταγών) στις αρχές του 17ου αιώνα , τα Ορλοφικά (1770) , η επανάσταση του 1821 και τα μετεπαναστατικά κινήματα του 1854 και 1865 στη Θεσσαλία , Δυτική Μακεδονία και Ήπειρο .
Έτσι στον χώρο της Αν. Μακεδονίας εγκαταστάθηκαν κυρίως Βλάχοι Αβδελιάτες από την Αβδέλλα Γρεβενών, Γραμμουστιάνοι από την Γράμμουστα Ν. Καστοριάς, Μοσχοπολιάνοι από την Μοσχόπολη Β. Ηπείρου, Μότσιανοι από την περιοχή του Ασπροποτάμου Τρικάλων, Νεβεστιάνοι από το Νυμφαίο Φλώρινας, Μπαϊσιώτες από την Βωβούσα και άλλα Βλαχοζαγοροχώρια των Ιωαννίνων, Μπλατσιώτες από την Βλάστη Κοζάνης, Ντενισκιώτες από την Αετομηλίτσα Γράμμου, Σαμαριναίοι, Μετσοβιάνοι από Μέτσοβο και Μαλακάσι, καθώς επίσης Κοκκινοπλίτες και Λιβαδιώτες από τον Όλυμπο.
Από τους παραπάνω οι Μοσχοπολιάνοι, Νεβεστιάνοι και Μπλατσιώτες ήδη από το δεύτερο μισό του 18ου αιώνα εγκαθίστανται και ιδρύουν μεγάλους εμπορικούς οίκους σε στρατηγικά σημεία – περάσματα της Αν. Μακεδονίας, όπως: Άνω Πορόϊα, Σέρρες, Προσωτσάνη, Δράμα, Καβάλα, Νιγρίτα και Πράβι.
Με την πάροδο του χρόνου γίνονται πυρήνας της αστικής τάξης και χάνουν τα πολιτισμικά χαρακτηριστικά τους.
Στα Σέρρας ιδρύουν σπουδαίους εμπορικούς οίκους οι αφοι Τζαρτζούλη από το Μέτσοβο , οι οικογένειες Σίνα από Μοσχόπολη , Δούμπα από Μπλάτσι , Κασομούλη από Πισοδέρι όπως και άλλοι .
Εξάγουν αγροτικά προϊόντα , κυρίως βαμβάκι και καπνό , προς τις Χώρες της Κεντρικής Ευρώπης και πολλοί από αυτούς εγκαθίστανται σ’ αυτές .
Οι Μπαϊσιώτες φτάνουν στην περιοχή σε δύο κύματα :
α) πριν το 1820 φθάνοντας ως την Πέστερα της Ροδόπης και
β) μετά το 1840 στα χωριά Ράμνα, Αχλαδοχώρι, Άγγιστρο, Πέτροβο Σερρών όπου και ασχολούνται κατά βάση με το επάγγελμα του κυρατζή-μεταφορέα (αγωγιάτης).
Οι Ολύμπιοι μαζί με τους προαναφερθέντες Βλάχους κατορθώνουν να διευρύνουν το ρόλο της Τζουμαγιάς ( Ηράκλειας ) με 10 000 κατοίκους, αναβαθμίζοντας το «χάνι» της σε σπουδαίο κέντρο διαμετακομιστικού εμπορίου . Το τίμημα της εμπορικής τους προόδου και της αστικοποίησής τους ήταν η απώλεια των παραδόσεών τους.
Οι κτηνοτρόφοι Ντενισκιώτες που έφτασαν στην περιοχή της Νιγρίτας εγκατέλειψαν σταδιακά το παραδοσιακό τους επάγγελμα και ασχολήθηκαν με το εμπόριο. Άλλωστε η αστική τάξη της Νιγρίτας προήλθε από Μοσχοπολίτες, Σιπισκιώτες και έποικους , δύο δε χιλιάδες οικογένειες από αυτούς κατέληξαν στην περιοχή των Σερρών όταν περί τα 1767-1770 καταστράφηκαν οι γενέτειρές των .
Στην Χρυσούπολη Καβάλας και Αλιστράτη Σερρών μετοικούν Βλάχοι από Λάϊστα και Ηλιοχώρι Αν. Ζαγορίου που σήμερα μόλις συγκρατούν την μακρινή τους Ηπειρώτικη καταγωγή.
Οι Αβδελλιώτες, Γραμμουστιάνοι αλλά και οι λίγοι σήμερα Μότσιανοι αποτελούν πλέον μία ενιαία πολιτισμική ομάδα, την πιο ενδιαφέρουσα από πλευράς πολιτιστικής κληρονομιάς. Ήρθαν στην περιοχή διωγμένοι από τον Αλή Πασά κατά κύματα στα τέλη του 18ου αιώνα, στα 1810 και 1820. Μετά από πολύχρονη περιπλάνηση στον Μακεδονικό χώρο, εγκαθίστανται τελικά στα χωριά Άνω Πορόϊα, Ράμνα (το μοναδικό με αμιγές Βλαχόφωνο πληθυσμό τον 19ου αιώνα) , Λιπόσιοι του Μπέλες και Βαρβάρα στην Αρναία Χαλκιδικής.
Αργότερα περνούν τον Στρυμόνα και σκορπίζουν με τα ποίμνιά τους στα όρη Βροντούς (Λαϊλιάς), Μενοίκιο (Μπόζνταγκ), Πιρίν (Όρβηλος) και Παγγαίο.
Εκεί είτε ενισχύουν είτε ιδρύουν πληθυσμιακά αρκετά ορεινά χωριά όπως Χιονοχώρι, Ραχοβίτσα, Ελαιώνας, Στάρτιστα (Καπνόφυτο), Ζίχνη, Μικρόπολη, Περιθώρι. Ιδρύουν θερινούς κτηνοτροφικούς οικισμούς, όπως τα βλάχικα καλύβια στον Λαϊλιά, Παπά Τσαϊρ, Λόποβα , Σιάτρα στο Πιρίν, Καρά Τάσι στο Τσιγγέλι.
Σε κάποια από τα παραπάνω μέρη βρήκαν οικογένειες Μότσιανων ( Ασπροποταμίτες ) που εγκαταστάθηκαν εκεί μετά το κίνημα του 1600.
Εν κατακλείδι οι Βλάχοι που από τα 1600 κατοικούν στην περιοχή της Αν. Μακεδονίας συνεισέφεραν τα μέγιστα στην Εθνική, Κοινωνική, Πολιτική, Οικονομική και Εκπαιδευτική ζωή του Τόπου.
Σήμερα στον Ν, Σερρών ιδιαίτερο λαογραφικό ενδιαφέρον παρουσιάζουν οι Βλάχοι του Χιονοχωρίου το οποίο από το 1968 έπαψε να κατοικείται και μετατράπηκε σε τουριστικό θέρετρο , και αυτοί από τα Βλάχικα Καλύβια του Λαϊλιά τα οποία δεν υφίστανται πλέον αφού καταστράφηκαν ολοσχερώς το 1939. Από τους παραπάνω Οικισμούς προέρχονται κυρίως τα Μέλη του Συλλόγου Βλάχων Ν. Σερρών « Γεωργάκης Ολύμπιος » που ιδρύθηκε στα 1976 με σκοπό την διαφύλαξη μιας πλούσιας και ανεκτίμητης πολιτιστικής κληρονομιάς.
Οι Ολύμπιοι μαζί με τους προαναφερθέντες Βλάχους κατορθώνουν να διευρύνουν το ρόλο της Τζουμαγιάς ( Ηράκλειας ) με 10 000 κατοίκους, αναβαθμίζοντας το «χάνι» της σε σπουδαίο κέντρο διαμετακομιστικού εμπορίου . Το τίμημα της εμπορικής τους προόδου και της αστικοποίησής τους ήταν η απώλεια των παραδόσεών τους.
Οι κτηνοτρόφοι Ντενισκιώτες που έφτασαν στην περιοχή της Νιγρίτας εγκατέλειψαν σταδιακά το παραδοσιακό τους επάγγελμα και ασχολήθηκαν με το εμπόριο. Άλλωστε η αστική τάξη της Νιγρίτας προήλθε από Μοσχοπολίτες, Σιπισκιώτες και έποικους , δύο δε χιλιάδες οικογένειες από αυτούς κατέληξαν στην περιοχή των Σερρών όταν περί τα 1767-1770 καταστράφηκαν οι γενέτειρές των .
Στην Χρυσούπολη Καβάλας και Αλιστράτη Σερρών μετοικούν Βλάχοι από Λάϊστα και Ηλιοχώρι Αν. Ζαγορίου που σήμερα μόλις συγκρατούν την μακρινή τους Ηπειρώτικη καταγωγή.
Οι Αβδελλιώτες, Γραμμουστιάνοι αλλά και οι λίγοι σήμερα Μότσιανοι αποτελούν πλέον μία ενιαία πολιτισμική ομάδα, την πιο ενδιαφέρουσα από πλευράς πολιτιστικής κληρονομιάς. Ήρθαν στην περιοχή διωγμένοι από τον Αλή Πασά κατά κύματα στα τέλη του 18ου αιώνα, στα 1810 και 1820. Μετά από πολύχρονη περιπλάνηση στον Μακεδονικό χώρο, εγκαθίστανται τελικά στα χωριά Άνω Πορόϊα, Ράμνα (το μοναδικό με αμιγές Βλαχόφωνο πληθυσμό τον 19ου αιώνα) , Λιπόσιοι του Μπέλες και Βαρβάρα στην Αρναία Χαλκιδικής.
Αργότερα περνούν τον Στρυμόνα και σκορπίζουν με τα ποίμνιά τους στα όρη Βροντούς (Λαϊλιάς), Μενοίκιο (Μπόζνταγκ), Πιρίν (Όρβηλος) και Παγγαίο.
Εκεί είτε ενισχύουν είτε ιδρύουν πληθυσμιακά αρκετά ορεινά χωριά όπως Χιονοχώρι, Ραχοβίτσα, Ελαιώνας, Στάρτιστα (Καπνόφυτο), Ζίχνη, Μικρόπολη, Περιθώρι. Ιδρύουν θερινούς κτηνοτροφικούς οικισμούς, όπως τα βλάχικα καλύβια στον Λαϊλιά, Παπά Τσαϊρ, Λόποβα , Σιάτρα στο Πιρίν, Καρά Τάσι στο Τσιγγέλι.
Σε κάποια από τα παραπάνω μέρη βρήκαν οικογένειες Μότσιανων ( Ασπροποταμίτες ) που εγκαταστάθηκαν εκεί μετά το κίνημα του 1600.
Εν κατακλείδι οι Βλάχοι που από τα 1600 κατοικούν στην περιοχή της Αν. Μακεδονίας συνεισέφεραν τα μέγιστα στην Εθνική, Κοινωνική, Πολιτική, Οικονομική και Εκπαιδευτική ζωή του Τόπου.
Σήμερα στον Ν, Σερρών ιδιαίτερο λαογραφικό ενδιαφέρον παρουσιάζουν οι Βλάχοι του Χιονοχωρίου το οποίο από το 1968 έπαψε να κατοικείται και μετατράπηκε σε τουριστικό θέρετρο , και αυτοί από τα Βλάχικα Καλύβια του Λαϊλιά τα οποία δεν υφίστανται πλέον αφού καταστράφηκαν ολοσχερώς το 1939. Από τους παραπάνω Οικισμούς προέρχονται κυρίως τα Μέλη του Συλλόγου Βλάχων Ν. Σερρών « Γεωργάκης Ολύμπιος » που ιδρύθηκε στα 1976 με σκοπό την διαφύλαξη μιας πλούσιας και ανεκτίμητης πολιτιστικής κληρονομιάς.
Πανοραμική Άποψη της Γράμμουστας
Η Οικογένεια του Μεγαλοτσέλιγκα Χατζηστέργιου Χατζόπουλου - Γράμμουστα 1903
Ότι απόμεινε απόμεινε απο την πολυάνθρωπη Γράμμουστα είναι η ερηπωμένη βασιλική του 18ου αιώνα που είναι αφιερωμένη στη Κοίμηση της Θεοτόκου.
Γραμουστιάνοι στην Προσοτσάνη
H Βλάχικη Γλώσσα
Η βλάχικη γλώσσα έχει σαφή λατινογενή προέλευση. Ανήκει στην στον κλάδο των Ρωμάνικων Γλωσσών , των ιδωματικών μορφών που παρήχθησαν από την Λατινική μετά την πτώση της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας. Ανήκει στην οικογένεια των Ανατολικών Ρωμανικών γλωσσών, στη γλωσσική ομάδα των Βαλκανικών Ρωμανικών που ανήκουν επίσης οι βόριες διαλέκτοι της Δακορουμανικής (από όπου διαμορφώθηκαν τα σημερινά Ρουμάνικα) και της Ιστρορουμάνικης και η νότια δίαλεκτος της Μεγλενορωμανικής Στις χώρες που κατέκτησαν οι Ρωμαίοι εξελίχθηκε η δημώδη μορφή της Λατινικής και όχι η λόγια που ομιλούνταν στην Ρώμη από Συγκλητικούς, ποιητές, λόγιους κ.α
Η βλάχικη επομένως μπορούμε να πούμε οτι είναι η εξέλιξη της τραχειάς μορφής της λατινικής που χρησιμοποιούσε ο Ρωμαϊκός Στρατός.
Η βλάχικη ως επι το πλέιστον παραμένει προφορική.
Απόπειρες να γραφεί έχουν γίνει αρκετές κάνοντας χρήση είτε του λατινικού είτε του ελληνικού αλφαβήτου αυτές όμως από λόγιους, γλωσσολόγους και λεξικογράφους.
Ενδεικτικά:
Ο λόγιος Θεόδωρος Αναστασίου Καββαλιώτης εξέδωσε το 1770 στη Βενετία την "Πρωτοπειρία", ένα εγχειρίδιο με προσευχές, γνωμικά, διηγήματα και καταχωριμένες 1170 λέξεις σε τρείς κάθετες στήλες στην νεοελληνική, βλάχικη και αλβανική.Το 1802 ο Δανιήλ Μοσχοπολίτης εκδίδει την "Εισαγωγική Διδασκαλία", ένα τετράγλωσσο λεξικό της ελληνικής, της εν Μοισία βλάχικης, της βουλγαρικής και της αλβανιτικής.
Στους σύγχρονους καιρούς :Νικολαϊδης, Κων/νος, 1909, Ετυμολογικόν Λεξικόν της Κουτσοβλαχικής γλώσσης. Κολτσίδας Αντώνιος, 1978, Γραμματική και λεξικό της Κουτσοβλαχικής διαλέκτου.Κατσάνης Ν., Κ. Ντίνας, 1990, Γραμματική της κοινής Κουτσοβλαχικής. Το Ετυμολογικόν Λεξικό της Κουτσοβλάχικης Γλώσσης του Κ.Νικολαΐδη (1909) περιλαμβάνει 6.657 λέξεις εκ των οποίων οι 3.560 έχουν ελληνική προέλευση, 2.605 λατινική, 185 σλάβικη, 150 αλβανική και οι υπόλοιπες 157 άγνωστη.
Μάλιστα σε πολλές από τις ελληνογενείς λέξεις η ετυμολογία ανάγεται στους πρωτοαρχαιοελληνικούς και ομηρικούς χρόνους.
Στην Ψηφιακή Βιβλιοθήκη Νεοελληνικών Σπουδών του Πανεπιστημίου Κρήτης (Ανέμη) μπορεί κανείς να δεί ολόκληρο το Ετυμολογικόν λεξικόν της Κουτσοβλαχικής γλώσσης του Κωνσταντίνου Νικολαΐδη.
Στην Ψηφιακή Βιβλιοθήκη Νεοελληνικών Σπουδών του Πανεπιστημίου Κρήτης (Ανέμη) μπορεί κανείς να δεί ολόκληρο το Ετυμολογικόν λεξικόν της Κουτσοβλαχικής γλώσσης του Κωνσταντίνου Νικολαΐδη.
Ελληνο-βλάχικο λεξικό Κάνε κλίκ παρακάτω
Καταγωγή γενικά στοιχεία
Έχουν γραφεί και έχουν διατυπωθεί πάρα πολλές απόψεις για την ταυτότητα και την προέλευση των βλάχων. Τα ιστορικά στοιχεία είναι λιγοστά κατά γενική ομολογία ώστε να παγιωθεί και να ισχυροποιηθεί μια συγκεκριμένη αντίληψη. Σκοπός μας είναι να παραθέσουμε τις κυριότερες χωρίς να εισέλθουμε σε περισσότερες λεπτομέρειες καθώς αυτές αφορούν την ιστορική έρευνα.
α) Από Ρωμαίους κτηνοτρόφους και στρατιωτικούς αποίκους που έπαιρναν σαν πληρωμή για τις υπηρεσίες τους γεωργική γή.
β) Είναι Δακορουμάνικο παρακλάδι.
γ) Είναι απόγονοι του αρχαίου θράκικου λαού των Βησσών ή υλλιρικό φύλο.
δ) Είναι αυτόχθονοι Έλληνες γλωσσικώς εκλατινισμένοι από τους Ρωμαίους προκειμένου να τελούν ως οροφύλακες των συνόρων της Αυτοκρατορίας ή να υπηρετούν ως μισθοφόροι στις τάξεις των λεγεώνων.
Εξάλου όπως αναφέρουν ιστορικές πηγές μετά την κατάληψη του Ελλαδικού χώρου οι Ρωμαίοι έχοντας θαυμαζό στον πολυδύναμο μακεδονικό στρατό άρχισαν να στρατολογούν γηγενείς μισθοφόρους και να υιοθετούν το θεσμό των κλεισουροφυλάκων στους οδικούς άξονες της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας.
Προεύλευση της λέξης "Βλάχος"Και εδώ η ιστορική εύρευνα δεν έχει φτάσει σε ένα γενικώς αποδεκτό συμπέρασμα.
Η ονομασία βλάχος είναι ασαφής με γενικό κανόνα να σημαίνει τον λατινόφωνο. Κύριες απόψεις όσων αφορά την ετυμολογία του όρου είναι:
α) Από την παλαιοσλαβική λέξη vlah που σημαίνει ξένος,αλλοεθνής,μη Σέρβος αλλα λατινόφωνος.
β) Από την Γερμανική λέξη Walechen που επίσης σημαίνει ξένο, μη Γερμανό αλλα λατινόφωνο.
γ) Από τον αιγυπτιακό όρο "φελάχ"=αγρότης , αυτός που ασχολείται με γεωργικές εργασίες.
δ) Είναι εξέλιξη της λέξης Βληχή (δωρικά βλαχά)=βέλασμα.
ε) Προέρχεται από την λέξη Volcae κέλτικη φυλή η οποία συνόρευε με τα γερμανικά φύλλα και με αυτό το όνομα οι Γερμανοί αποκαλούσαν οποιονδήποτε λατινόφωνο.
ζ) Από την συνένωση των λέξεων Βάλε=κοιλάδα και aqua=νερό δείγμα της ενασχόλησης των βλάχων με την κτηνοτροφία και την φροντίδα των ζώων.
η)Από το λατινικό villicus που ήταν για τους Ρωμαίους ο αγρότης.
Άλλες ονομασίες για τους βλάχους :
α) Κουτσόβλαχος: είναι η ελληνική απόδοση του τούρκικου Κιουτσούκ Βαλάχ= Μικρόβλαχοι κάτοικοι δηλαδή της Μικρής Βλαχίας. Έτσι ονομαζόταν η Αιτωλοακαρνανία κατά την εποχή του Βυζαντίου.Εν αντιθέση με τους Μπουγιούκ Βαλάχ= Μεγαλόβλαχοι, κάτοικοι δηλαδή της Μεγάλης Βλαχίας όπως ονομαζόταν η περιοχή της Θεσσαλίας.
β) Τσίντσαροι: βλάχοι Σερβίας-Σκοπίων. Η ονομασία εικάζεται πως προέρχεται από το λατινικό quinquarius (πέντε=quinque στην λατινική-τσιντσι στα βλάχικα) κατάλοιπο της πέμπτης Ρωμαικής λεγεώνας των παλεμάχων Μακεδόνων.
γ) Πριτσόβλαχοι από την λέξη πριτζιά = δυσοσμία που αναδύουν τα ρούχα όσων ασχολούνται με κτηνοτροφικές εργασίες.
Οι Βλάχοι της Ελλάδας δεν αυτοαποκαλούνται με αυτό το όνομα (βλάχοι) στη γλώσσα τους, αλλά με το Αρμάνοι, λέξη που παράγεται από το Romanus (Ρωμαίος Πολίτης):Αρμάνου [Armanu<α+romanus]>
Η ονομασία αυτή σχετίζεται με το διάταγμα του Καρακάλα (Edictum Antoninianum), 212 μ.Χ., με το οποίο γενικεύτηκε το δικαίωμα του Ρωμαίου πολίτη σε όλους τους κατοίκους των Ρωμαϊκών επαρχιών (Romanus cives).
8ermi paraklisi opos anafer8ei i pigi ton keimenon kai tou siggrafea tou protou ar8rou
ΑπάντησηΔιαγραφήTa stixia Proerxonte apo tis Istoselides
ΑπάντησηΔιαγραφήhttp://www.vlahoi.net
Αυτό το σχόλιο αφαιρέθηκε από τον συντάκτη.
ΑπάντησηΔιαγραφήSe periptosi pou exe ton akriwi topo proelefsis parakalo na me enimerosete sto info@mikropoli.com gia na to anartiso.
ΑπάντησηΔιαγραφήαναζητώ στοιχεία για κάτοικο με τα στοιχεια Κατάρας απο Γραμμμούστα ο οποίος έφυγε την εποχή της κατοχής
ΑπάντησηΔιαγραφήAgapite mou file ta stoixeia pou exo stin istoselida proerxonte ta perisotera apo alles piges.
ΑπάντησηΔιαγραφήTa anartisa gia na timiso tous gramoustianous tou xoriou mou.Tha mporouses omos na apefthinthis ston syllogo gramoustianon tou dimou prosotsanis aftoi exoun para pola sxetika stoixeia kai para poli megalo istoriko arxeio.Pliroforeies gia epikeinonia meso tis itoselidas tous.
filika mikropoli.gr
Τί σημαίνει η λέξη βλάχος
ΑπάντησηΔιαγραφήΓια να καταλάβουμε τη σημασία τής λέξης πρέπει να ενοήσουμε σωστά τί σημαίνη Άβελ στη Βύβλο,
"Ένας Καλός και ένας Κακός Υιός του Αδάμ (γής) και της Εύας εξέλιξης.
Aπό Έυα και "EVA δωρικά" έχουμαι EVOLUTION = εξέλιξη ...
Ο Άβελ έχει γίνει βοσκός (Ο πρώτος βοσκός του σύμπαντος κόσμου) Του αρέσει να φροντίζει αρνάκια ενώ ο Κάιν, Γεωργός
(Όλα αυτά είναι συμβολικά βεβαίως-βεβαίως )
Ο αληθινός Κάιν είναι ο σείριος (ο κακός αδελφός) που ότι κάνει ο ΑΒΕΛ και όπως συμπεριφέρετε οφείλεται στον κακό αδελφό τόν Σείριο όπου αλλού τον συναντάμε ως "Ό Πατήρ"
Ό Άβελ είναι ήλιος μας, Άβελ επιδή οι ακτίνες του ήλιου μας έρχοναι ώς μικροσκοπικά Άλφα βέλη,
Το γράμμα "Α" = η Άλφα δηλώνει γενικά πρωτογενή ενέργεια "πυρηνική ηλιακή" στήν περίπτωση μας,
Ό εκπέμπων Α-βέλη είναι ο Άβελ...!
Το πρόβατο είναι "ΑΒΕΛ-ΗΑΚΌ" ζώο, "Α-ΒΕΛΑΖΕΙ" βελάζει....Βέλασμα = η φωνή του προβάτου… A’..Βέ, ε, ε, ε.. λ.... καί ο ποιμήν των ζώων αυτών, "ΑΒΕΛ-ΑΧΟΣ" ή κοινώς Βλάχος = Βοσκός, (στόν ήλιο όλη μέρα)....όμως, από τη λέξη Άβελ Ιωννικά και ABEL Δωρικά 'εχουμαι πολλές παράγωγες λέξεις.
Από Άβελ το Βέλος και Ελος, (από το ηλιακό φως παράγετε το νερό στη φύση ) επίσης ο Βιός, (Ιός) από εδώ και ο Βίος αλλά και το Βιός του ανθρώπου καί VIROI, λατινικά = οί άνθρωποι αλλά, και αυτό που λέμε Viral, (εγεινε VIRAL) Επίσης, VAIJRA = κεραυνός (Βουδισταί)
ΑΒΕΛΙΟ οι Κρήτες ονομάζουν τον Θεό "Αβέλιος Ζεύς" (Ήλιος)
Από το Δωρικό "ABEL" έχουμαι το ABELI, ή λέξη Άμπέλι στη Ιωννική διάλεκτο μας διευκρινίζει που ακρειβως εύρίσκετε το Αμπέλι σε πιο σημείο του γαλαξία, Μ στο αΜπέλι = η Μαωρα μας Γή, από έδώ και ή ή "ΆΜΠΕΛΟΣ ταύτη" επίσης από ABEL το όρος BELES (απέναντι στον Ήλιο) καί Μπέλες στήν Ιωννική διάλεκτο αλλά και BELL ή καμπάνα της Εκκλησίας Δωρικά
BELE-BELE (Μπελέ-Μπελέ) το σφάξιμο του αρνιού τη Λαμπρή....
Από Άβελ και ο γνωστός μας Αβελίας ή Οβελίας τα φωνήεντα εναλάσωνται
Όλλα = Ιωννική διάλεκτο, ALL, στή Δωρική
Ἐγώ εἰμι ὁ ποιμὴν ὁ καλός ! Ό ποιμὴν ὁ καλὸς, τὴν ψυχὴν αὐτοῦ τίθησιν ὑπὲρ τῶν προβάτων· (Ιησούς Κατά Ιωάννην (ι΄ 9 – 16)
Τελικά η λέξη ΒΛΑΧΟΣ είναι μία ολόκληρη επιστήμη από μόνη της....